Της Έφης Μπαμπούρη.
Πόσο πιο ευτυχισμένη θα ήσουν, αν διεκδικούσες αυτό που σου αξίζει κι όχι αυτό που θες. Είναι τόσο ανόμοια μεταξύ τους τις περισσότερες φορές που σε τρομάζει η ίδια η ζωή.
Βάζεις σε μια ζυγαριά αυτό που ποθεί το είναι σου και από την άλλη αυτό που σου αξίζει. Στο πρώτο δίνεις την ψυχή σου. Ματώνεις μα συνεχίζεις να παλεύεις γι αυτό. Χάνεις τον εαυτό σου, ξεχνάς τους στόχους και γίνεται ο μόνος λόγος ύπαρξής σου. Χωρίς να έχεις κάτι να περιμένεις, έτσι; Χωρίς να σου δίνει καν κάτι. Εσύ φορτώνεσαι όλες τις ευθύνες και τις ενοχές μόνιμα.
Και το δεύτερο είναι εκείνο που δε σου κάνει καμία αίσθηση. Εκείνο που δε σε νοιάζει να το κυνηγήσεις. Απαρατήρητο το αν φύγει ή μείνει. Έχεις φτιάξει μια ουτοπική κατάσταση στο μυαλό σου και δε βλέπεις καθαρά. Δεν προσπαθείς καθόλου.
Κάθεσαι όμως και κοιτάς τη ζυγαριά. Σε εκείνες τις στιγμές που κρατούν κλάσματα δευτερολέπτου, ανοίγουν τα μάτια σου. Βλέπεις πως γέρνει και, δυστυχώς, όχι στη μεριά που θέλεις. Γέρνει, απρόσμενα για σένα, σε εκείνο που ποτέ δε κοίταξες. Και μένεις να απορείς πόσα ήταν τα λάθη σου κι αν γυρίζουν πίσω.
Λάθη και μυαλό, να είσαι σίγουρη, έχουν επιστροφή. Η ζωή που χάνεται δε γυρνά μονάχα. Τώρα που λες πως βλέπεις, τώρα που λες πως κατάλαβες, δες τη ζωή με άλλο μάτι. Κάνε αυτές τις μικρές στιγμές επανάστασης να κρατήσουν αυτή τη φορά. Σταμάτα να κάνεις τους άλλους ευτυχισμένους και κοίτα ένα πρόσωπο στον καθρέφτη σου. Είναι το δικό σου που μένει χρόνια θαμπό.
Το κούνησες το χέρι σου. Ότι πίστευες πως μπορούσες να κάνεις το έκανες. Μείνε άπραγη και αυτή τη φορά περίμενε. Θα σε εκπλήξει αυτό που θα συμβεί. Χαμογέλα και άσε να σε διεκδικήσουν και να σε κυνηγήσουν. Μη συμβιβάζεσαι σε μια ψεύτικη ευτυχία. Δεν αξίζει σε κανέναν κάτι λιγότερο από την πραγματική.