Είστε άνω των 60 ετών και έχουν αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα προβλήματα στην ανάγνωση και την παρακολούθηση τηλεόρασης;
Ο καταρράκτης σάς “χτυπά την πόρτα της όρασης» και ήρθε η ώρα για επίσκεψη στον οφθαλμίατρό σας, καθώς η παλιά αντίληψη ότι ο καταρράκτης πρέπει να “ωριμάσει» είναι πλέον ξεπερασμένη.
“Δεδομένου ότι χρησιμοποιείται πλέον η χρήση τεχνολογίας με υπερήχους ή και laser, όπως ανακοινώθηκε στο 51ο Πανελλήνιο Οφθαλμολογικό Συνέδριο που διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη την περασμένη εβδομάδα, η χειρουργική αντιμετώπιση του καταρράκτη πρέπει να γίνεται πρωιμότερα ώστε να έχουμε μετεγχειρητικά το τέλειο αποτέλεσμα» αναφέρει ο διαπρεπής χειρουργός οφθαλμίατρος, Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, κ. Βασίλειος Κοζομπόλης.
Τα πρώτα συμπτώματα
Τα πρώιμα συμπτώματα του καταρράκτη περιλαμβάνουν:
- θολή όραση
- μερικές φορές ακτίνες γύρω από μια φωτεινή πηγή
- προοδευτική δυσκολία στην ανάγνωση και την παρακολούθηση τηλεόρασης
“Η ταχύτητα εξέλιξης του καταρράκτη ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Σε ορισμένες μορφές του καταρράκτη (πυρηνικός) αλλάζει η διαθλαστική ισχύς του οφθαλμού με αύξηση της μυωπίας, με αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να έχουν μειωμένη όραση μακριά, αλλά να μη χρειάζονται γυαλιά για κοντά, αφού εξουδετερώνεται μερικώς ή ολικώς η πρεσβυωπία τους» εξηγεί ο κ Κοζομπόλης.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, δεν υπάρχει τρόπος πρόληψης της ανάπτυξης και της εξέλιξης του καταρράκτη, εκτός ίσως από την αποφυγή του καπνίσματος, που σίγουρα είναι επιβαρυντικός παράγοντας.
Μέχρι σήμερα, ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης του καταρράκτη είναι η χειρουργική αφαίρεση του φυσικού φακού και η αντικατάστασή του με τεχνητό ενδοφακό νέας τεχνολογίας, παρ’ όλο που γίνονται προσπάθειες να βρεθούν φάρμακα που αναστέλλουν τη δημιουργία και την εξέλιξη της πάθησης.
Οι περισσότεροι καταρράκτες αναπτύσσονται σε άτομα ηλικίας άνω των 60-65 ετών, αλλά εμφανίζονται περιστασιακά και σε βρέφη και σε μικρά παιδιά ή μετά από τραυματισμό. Συνήθως, ο κλασικός καταρράκτης αναπτύσσεται και στα δύο μάτια, αλλά το ένα μάτι μπορεί να έχει κάπως χειρότερη όραση από το άλλο, αφού η θόλωση είναι συνήθως μη συμμετρική.
Χρόνος χειρουργικής αντικατάστασης
Σύμφωνα με τον κ. Κοζομπόλη, τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να θέτει ο ασθενής με διαγνωσμένο καταρράκτη προκειμένου να πάρει την απόφαση να χειρουργηθεί είναι:
- Μπορώ να εκτελέσω τη δουλειά μου και να οδηγήσω με ασφάλεια;
- Έχω προβλήματα κατά την ανάγνωση ή την παρακολούθηση τηλεόρασης;
- Εμποδίζουν τα προβλήματα όρασης το επίπεδο ανεξαρτησίας μου;
Όταν η όρασή σας έχει μειωθεί στο σημείο που δεν μπορείτε πλέον να διεκπεραιώνετε καθημερινά εύκολα και με ασφάλεια τις εργασίες σας, είναι καιρός να εξετάσετε το ενδεχόμενο χειρουργικής επέμβασης καταρράκτη.
Η αφαίρεση του καταρράκτη είναι ίσως η πιο συχνή χειρουργική επέμβαση στον κόσμο. Η διαδικασία πραγματοποιείται χωρίς την ανάγκη νοσηλείας του ασθενούς στο νοσοκομείο και διαρκεί περί τα 15 με 20 λεπτά. Οι ασθενείς είναι ξύπνιοι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και χρειάζονται μόνο τοπική αναισθησία.
Υπάρχει η δυνατότητα χειρουργικής επέμβασης και στους δύο οφθαλμούς την ίδια μέρα. Απλώς ο χειρουργός θα πρέπει να πραγματοποιήσει κάθε επέμβαση σε κάθε οφθαλμό σαν να είναι μια ξεχωριστή περίπτωση από άποψη ασηψίας και χειρουργικής πρακτικής.
Πιθανοί κίνδυνοι & επιπλοκές
Η χειρουργική επέμβαση καταρράκτη είναι μία από τις ασφαλέστερες και επιτυχέστερες χειρουργικές επεμβάσεις που πραγματοποιούνται σήμερα στη σύγχρονη ιατρική, θεωρώντας ότι είναι δεδομένη η εμπειρία του χειρουργού.
“Οι επιπλοκές είναι γενικώς σπάνιες, αλλά επειδή κανείς δεν ξέρει πότε θα εμφανιστούν μετά από χειρουργική επέμβαση καταρράκτη, απαιτείται καλή μετεγχειρητική παρακολούθηση» τονίζει ο κ Κοζομπόλης και καταλήγει: “Τα περισσότερα προβλήματα είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν με επιτυχία, αλλά μπορεί να προκύψει σημαντική απώλεια όρασης σε περίπτωση ολιγωρίας στη μετεγχειρητική παρακολούθηση. Οι επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν είναι:
Ο κίνδυνος αυτών των επιπλοκών είναι μεγαλύτερος για άτομα που έχουν άλλες συνυπάρχουσες οφθαλμικές παθήσεις ή σοβαρά γενικά ιατρικά προβλήματα με λήψη φαρμάκων».
Δευτερογενής καταρράκτης
Αυτό συμβαίνει όταν η κάψα του φακού, η μεμβράνη δηλαδή που δεν αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης και υποστηρίζει τον ενδοφακό, γίνεται θολή και μειώνει πάλι την όραση.
Ο δευτεροπαθής καταρράκτης μπορεί να αναπτυχθεί μήνες ή χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση καταρράκτη.
Περίπου το 50% των ασθενών με χειρουργική επέμβαση καταρράκτη μπορεί να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα.
Η θεραπεία για τον δευτερογενή καταρράκτη είναι αρκετά απλή. Συνίσταται στην καψουλοτομή με YAG laser, κατά την οποία μια δέσμη λέιζερ κάνει ένα μικρό άνοιγμα στη θολή κάψουλα και η όραση επανέρχεται στην πρότερή της κατάσταση. Είναι μια ανώδυνη διαδικασία, που συνήθως διαρκεί λιγότερο από πέντε λεπτά.