Πολλές φορές δυσαρεστείσαι με τη ζωή σου, που δεν είναι όπως την είχες φανταστεί. Ενοχλείσαι και γκρινιάζεις που η καθημερινότητά σου δεν έχει ενδιαφέρον. Σε χαλάει το άχρωμο μοτίβο στο οποίο ζεις. Σε θλίβει που καθόλου δε μοιάζεις μ’ εκείνο τον εαυτό σου που καμαρώνεις στα όνειρά σου.
Κι έπειτα απλώς ακολουθείς τους ίδιους άτονους ρυθμούς της ζωής, τις ίδιες συνήθειες κι ενέργειες, την ίδια ρουτίνα. Απ’ όσα ήδη έχεις δε θες να φύγεις, δε θες να ξεβολευτείς. Σε καλοπιάνεις λέγοντας πως δεν είναι καλές οι συνθήκες για αλλαγές, πως τίποτα δεν είναι στο χέρι σου. Έτσι απλά αφήνεσαι στην τύχη σου, που θες να πιστεύεις ότι είναι γραμμένη, για να εφησυχάζεσαι και να δικαιολογείς τη συνήθεια, την απουσία αλλαγών και ρίσκου.
Όσο μένεις στάσιμος εσύ, στάσιμη θα μένει κι η ζωή σου. Καμία αλλαγή δεν έρχεται να χτυπήσει την πόρτα σου. Ακόμη κι αν έρθει χωρίς τη δική σου προσπάθεια, ο τρόπος που βλέπεις τα πράγματα δε θα την αφήσει να μπει, θα την κλοτσήσει. Η τάση του ανθρώπου να αφήνεται στη μοίρα, να περιμένει το αύριο να φέρει από μόνο του τις αλλαγές, τον έκανε τεμπέλη στη ζωή.
Δεν μπορείς να ζητάς την περιπέτεια στη ζωή, τα κύματα, αν δε γίνεις εσύ ο αέρας που θα δώσει την ώθηση. Δε γίνεται να περιμένεις πετάγματα στα ψηλά, αν δεν πιστέψεις στα δικά σου φτερά και τη δύναμή σου, που μπορεί να σε κάνει αεικίνητο. Δεν αλλάζει η ζωή, αν κάθε μέρα φοράς τα ίδια παπούτσια, αν πηγαίνεις στα ίδια μέρη, αν το μυαλό σου φτάνει μέχρι τα ίδια σημεία.
Όσο για τις συνθήκες, ποτέ δε θα ‘ναι ιδανικές· πάντα κάτι θα λείπει, πάντα κάτι δυσάρεστο θα έρχεται απρόοπτα. Μην περιμένεις να περπατάς σε δρόμους στρωτούς. Όμως, θα ‘χεις την ευκαιρία να κάνεις το δικό σου κομμάτι, να δώσεις τη δική σου παράσταση για να τα φέρεις όλα στα μέτρα σου. Τίποτα δε σ’ ανεβάζει, δε σε ρίχνει και δε σε κρατάει στάσιμο πέρα απ’ τον ίδιο σου τον εαυτό, που ακόμη κι αν κάποιες φορές δεν είναι ο κύριος φταίχτης για τ’ ανεπιθύμητα, επιτρέπει να τον ορίζουν.
Αλλάζοντας τις συνήθειές σου, τον τρόπο ζωής και τη σκοπιά απ’ την οποία βλέπεις τα πράγματα, αλλάζεις τη ζωή. Εσύ είσαι ο πρώτος που θα χρειαστεί να δεχτεί τις αλλαγές κι αυτό είναι το πιο μεγάλο και το πιο δύσκολο βήμα.
Γιατί σίγουρα έχεις κι εσύ βρεθεί σε κατάσταση αναμονής της ευτυχίας, χωρίς να κουνάς ούτε το μικρό σου δαχτυλάκι. Περιμένεις ως δια μαγείας να ζεις αξιοπρεπώς και να κάνεις τα γούστα σου· μα δε σηκώνεσαι να ξεζουμίσεις τον κόσμο για να προσφέρεις, έπειτα ν’ απολαμβάνεις και τελικά να ζεις όπως γουστάρεις. Βαριέσαι την καθημερινότητα, αλλά επιμένεις στο ίδιο άχαρο κι άχρωμο εικοσιτετράωρο, στο ίδιο άραγμα στον καναπέ, με το ίδιο βλέμμα στο κενό και με το κεφάλι άδειο. Σε καταθλίβει το σπίτι σου, λες, ο διψασμένος κήπος σου· μα δεν έχεις καταλάβει πως αν τη ζωή δεν την έχεις μέσα σου, ούτε στα πιο όμορφα σπίτια δεν μπορείς να ζήσεις.
Οι αλλαγές που θέλεις, σ’ όποιον τομέα της ζωής κι αν τις ζητάς, έρχονται όταν παύεις να είσαι εκείνος που ήσουν. Μόνο έτσι τραβάς σαν μαγνήτης εκείνο που πραγματικά επιθυμείς. Ξεφορτώνεσαι αυτά που σου βαραίνουν τους ώμους και κάνουν το βήμα σου αργό, εκείνα που λειτουργούν σαν παράσιτα στις ρίζες τους μυαλού σου. Τις αλλαγές εσύ τις προκαλείς, όταν σπάσεις τα δεσμά του εαυτού σου, που σε κρατούν αιχμάλωτο στις ίδιες βαρετές, ανούσιες συνθήκες.
Πράγματι, αν θες τη γνώμη μου, δεν είναι εύκολη η ζωή. Πάντα έχει στην γκάμα της απρόοπτα, ανεπιθύμητες εκβάσεις γεγονότων, δυσάρεστες αλλαγές. Δε σου επιτρέπει να τα ελέγχεις όλα.
Την πένα της ζωής σου, όμως, εσύ την κρατάς. Τι κι αν το χαρτί που γράφεις το τσαλάκωσες, το λέρωσες μερικές φορές; Αυτός που θέλει να γράψει καινούριες σελίδες, θα βρει τον τρόπο· θα γράψει σε πεταμένα χαρτόκουτα, σκόρπια πετσοκομμένα χαρτιά, θα γράψει σε τοίχους. Θυμήσου πως το ίδιο συμβαίνει και μ’ εκείνον που θέλει ν’ αλλάξει τη ζωή του, να φέρει πρώτος ο ίδιος τις αλλαγές. Θα γυρίσει τον κόσμο ανάποδα, για να τις δει να πραγματοποιούνται μα πρώτα θα γυρίσει τούμπα τον εαυτό του.
Γράφει η Μαρία Σουργιά