Ο διαβήτης τετραπλασιάζει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στους άνδρες, ενώ στις γυναίκες ο κίνδυνος εξαπλασιάζεται μετά την εμμηνόπαυση. Σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία (AHA) 2 στους 3 ανθρώπους με διαβήτη πεθαίνουν από καρδιακή νόσο.
Ωστόσο, οι επιστήμονες συμφωνούν στο ότι η πρώιμη διάγνωση και θεραπευτική αγωγή των παραγόντων κινδύνου (κάπνισμα, υπερλιπιδαιμία, υπέρταση, έλλειψη σωματικής άσκησης) μειώνει σημαντικά τα καρδιαγγειακά επεισόδια.
Σύμφωνα με τους επικεφαλείς συγγραφείς, μελέτης που παρουσιάστηκε σε συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας (ΑΗΑ) στη Βαλτιμόρη με θέμα “Πρώιμη Διάγνωση του διαβήτη σε ασθενείς είναι σημαντική εξαιτίας του ρόλου που διαδραματίζει ο διαβήτης στην καρδιακή νόσο», με την αναγνώριση και τη θεραπεία του διαβήτη έγκαιρα, εκτός από τη λήψη φαρμάκων και με αλλαγές στον τρόπο ζωής, μπορούν να αποφευχθούν οι επικίνδυνες καρδιαγγειακές επιπλοκές.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από περισσότερους από 2.800 ασθενείς με καρδιακή προσβολή που υποβλήθηκαν σε θεραπεία σε 24 νοσοκομεία σε όλη την Βόρεια Αμερική. Οι ασθενείς αυτοί δεν είχαν διαγνωστεί με διαβήτη κατά την είσοδό τους στο νοσοκομείο.
Η μελέτη αναφέρει ότι το 10% των ασθενών που είχαν πρόσφατα διαγνωστεί και βρίσκονταν σε θεραπεία για καρδιακή προσβολή, μετά την έξοδο τους από το νοσοκομείο αναγνωρίσθηκε συνύπαρξη αρρύθμιστου διαβήτη, που δεν είχε μέχρι τότε ανακαλυφθεί.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 10% των ασθενών αυτών, είχαν πρόσφατα διαγνωστεί με διαβήτη ενώ, δηλαδή ήταν ήδη σε θεραπεία για την καρδιακή προσβολή τους. Ωστόσο, λιγότερο από το 1/3 των ασθενών αυτών έλαβαν υλικό εκπαίδευσης ή φάρμακα για τον διαβήτη, όταν πήραν εξιτήριο από το νοσοκομείο.
Αποτυχία στη διάγνωση
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι ειδικοί στο νοσοκομείο απέτυχαν να αναγνωρίσουν το διαβήτη στο 69% των ασθενών που ήταν προηγουμένως αδιάγνωστοι.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οι γιατροί ήταν περισσότερο από 17 φορές πιο πιθανό να αναγνωρίσουν “διαβήτη», εφόσον ελέγχετο η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (A1C) των ασθενών, κατά τη διάρκεια της καρδιακής προσβολής, και ήταν ακόμη πιο πιθανό να το πράξουν όσο υψηλότερα ήταν τα επίπεδα της A1c.
Έξι μήνες μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, είχε ξεκινήσει τη λήψη φαρμάκων για το διαβήτη λιγότερο από το 7% των ασθενών, από αυτούς που δεν είχαν αναγνωριστεί ως πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη κατά τη διάρκεια της καρδιακής προσβολής στο νοσοκομείο.
Για εκείνους που βρέθηκε να πάσχουν από διαβήτη κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο νοσοκομείο, μόνο το 71% είχε αρχίσει φαρμακευτική αγωγή του διαβήτη.
Η έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη προλαμβάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο
Όπως μας εξηγεί ο παθολόγος – διαβητολόγος κ Αντώνης Λέπουρας, η διάγνωση του διαβήτη δυστυχώς καθυστερεί μέχρι και 9 χρόνια από την έναρξη του, ενώ αρκετές φορές τίθεται αφού συμβούν οι συχνά δραματικές επιπλοκές του.
Υπολογίζεται ότι το 30% των διαβητικών και η πλειονότητα των ατόμων με προδιαβήτη αγνοεί την διάγνωση και τον συσχετιζόμενο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης έχει αποδειχθεί από πολλές μελέτες στο παρελθόν (UKPDS, DCCT) οι οποίες έχουν διαπιστώσει ότι η πρώιμη διάγνωση βοηθά στην καλή ρύθμιση του διαβήτη και στη πρόληψη των επιπλοκών.
Ωστόσο, ακόμα και η διάγνωση κατά τη στιγμή μιας καρδιακής προσβολής, μπορεί να καθοδηγήσει την θεραπεία και να προλάβει νέες καρδιαγγειακές επιπλοκές, επισημαίνει ο γιατρός, ο οποίος όμως συμπληρώνει ότι, θεραπεία σημαίνει επίσης, αλλαγή τρόπου ζωής και διατροφής, θεραπεία υπερλιπιδαιμίας και υπέρτασης αν υπάρχουν και φυσικά, διακοπή καπνίσματος.