Βελτιωμένο γλυκαιμικό και λιπιδαιμικό έλεγχο επιτυγχάνουν οι διαβητικοί που καταναλώνουν καθημερινά μια ποσότητα ξηρών καρπών αντί για ένα γεύμα με μεγάλη περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες, δείχνει μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα με θέμα την επίδραση των ξηρών καρπών στον διαβήτη τύπου 2.
Τα νέα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύονται στο περιοδικό Diabetologia της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD), έρχονται να προστεθούν στον ήδη μεγάλο όγκο επιστημονικών δεδομένων που υπογραμμίζουν τη σημασία της σωστής διατροφής για την αποτελεσματική διαχείριση του διαβήτη.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο και το Νοσοκομείο Σεν Μάικλς στον Καναδά παρακολούθησαν για διάστημα τριών μηνών 117 διαβητικούς ενήλικες (άντρες και γυναίκες με μέση ηλικία τα 62 έτη) που δεν ακολουθούσαν θεραπεία με ινσουλίνη, αλλά έπαιρναν φαρμακευτική αγωγή για να ρυθμίσουν το σάκχαρό τους. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, εκ των οποίων:
- Η πρώτη κατανάλωνε καθημερινά 75 γραμμάρια (μισό φλιτζάνι) ξηρούς καρπούς.
- Η δεύτερη κατανάλωνε καθημερινά 38 γραμμάρια (1/4 του φλιτζανιού) ξηρούς καρπούς και μισή μερίδα κέικ από αλεύρι ολικής άλεσης.
- Η τρίτη κατανάλωνε καθημερινά μία ολόκληρη μερίδα κέικ από αλεύρι ολικής άλεσης.
Καθεμιά από τις τρεις διατροφικές παρεμβάσεις ισοδυναμούσε με 475 θερμίδες περίπου στο πλαίσιο μιας διατροφής 2.000 θερμίδων. Αν και η ενεργειακή αξία της παρέμβασης ήταν η ίδια και στις τρεις περιπτώσεις, στην πρώτη ομάδα περισσότερες από τις θερμίδες προέρχονταν από υγιεινά ακόρεστα λιπαρά παρά από υδατάνθρακες.
Οι δείκτες που μέτρησαν οι ερευνητές στους συμμετέχοντες ήταν η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη στο αίμα τους (HbA1c), η οποία αντιπροσωπεύει τον μέσο όρο των τιμών του σακχάρου του αίματος σε βάθος τριμήνου, καθώς και η “κακή» LDL χοληστερόλη και η απολιποπρωτεΐνη Β (Apo-B), η οποία χρησιμοποιείται για την εκτίμηση του κινδύνου αθηροσκλήρωσης.
Η ομάδα που κατανάλωνε αποκλειστικά ξηρούς καρπούς, διαπίστωσαν οι ερευνητές, ήταν και αυτή που πέτυχε τον καλύτερο γλυκαιμικό και λιπιδαιμικό έλεγχο. “Τα ευρήματά μας αποκάλυψαν ότι η ομάδα που κατανάλωνε τους ξηρούς καρπούς παρουσίασε αξιοσημείωτη μείωση στην τιμή της HbA1c συγκριτικά με τις άλλες δύο ομάδες» αναφέρει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Δρ Ντέιβιντ Τζένκινς. Επίσης, “διαπιστώθηκε μείωση και στην τιμή της λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας (LDL), η οποία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα, αλλά και στην τιμή της Apo-B».
Ο ερευνητής Σιρίλ Κένταλ από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο με τη σειρά του αναφέρει ότι “οι βελτιώσεις στον γλυκαιμικό και λιπιδαιμικό έλεγχο που μπορούν να επιτευχθούν με διατροφικές παρεμβάσεις και άλλες αλλαγές στον τρόπο ζωής είναι σημαντικές και μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη θεραπεία των ασθενών με διαβήτη τύπου 2», προσθέτοντας πως οι ξηροί καρποί αποτελούν μια υγιεινή και γευστική επιλογή για τους διαβητικούς, ενώ παράλληλα βοηθούν στον έλεγχο του σωματικού βάρους.
Να σημειωθεί ότι οι ξηροί καρποί που αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης ήταν τα αμύγδαλα, τα καρύδια Βραζιλίας, τα κάσιους, τα φουντούκια, τα πεκάν, το κουκουνάρι, τα φιστίκια Αιγίνης, τα καρύδια και τα μακαντάμια, καθώς και τα αράπικα φιστίκια, τα οποία στη βοτανολογία κατατάσσονται στην οικογένεια των οσπρίων.