Περισσότερα από 40 εκατομμύρια ενήλικες στις Ηνωμένες Πολιτείες και πολλαπλάσια παγκοσμίως, έχουν ή βρίσκονται σε κίνδυνο να αναπτύξουν οστεοπόρωση (National Institutes of Health Osteoporosis and Related Bone Diseases, 2010).
Υπολογίζεται ότι περίπου το 33% των γυναικών ηλικίας 60 με 70 ετών και το 66% εκείνων ηλικίας άνω των 70, έχουν οστεοπόρωση. Η οστεοπόρωση χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα και προοδευτική μείωση του οστικού ιστού. Με απλά λόγια, προκαλείται ευθραυστότητα των οστών και αυξάνεται σημαντικά ο κίνδυνος καταγμάτων. Θεωρείται ως “σιωπηλή νόσος» διότι κατά την προοδευτική της εξέλιξη δεν παρουσιάζει συμπτώματα. Ωστόσο, σε προχωρημένο στάδιο κάνει με απόλυτα εμφανή τρόπο την παρουσία της δημιουργώντας αφόρητους οστικούς πόνους.
Ουσιαστικοί παράγοντες της καλή υγείας των οστών αποτελούν το ασβέστιο, η βιταμίνη D3, το μαγνήσιο και η βιταμίνη Κ2. Ας δούμε λοιπόν αναλυτικά τη σημασία τους στην καλή οστική υγεία.
Ασβέστιο
Αποτελεί δομικό στοιχείο της οστικής πυκνότητας και μάλιστα τα οστά προσδιορίζονται ως η πλέον σημαντική αποθήκη ασβεστίου στο ανθρώπινο σώμα. Το ασβέστιο το λαμβάνουμε από γάλα, το γιαούρτι και το τυρί για να έχουμε γερά οστά. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση, καθώς αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπόρωσης. Το φυσιολογικό οστό συνεχώς αναδιαμορφώνεται κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής. Στη φάση της εμμηνόπαυσης, η ισορροπία αυτής της διαδικασίας μεταβάλλεται, με αποτέλεσμα περισσότερο οστό να αποδομείται σε σχέση με την επαναδόμησή του. Φυσικά το ασβέστιο είναι άκρως αναγκαίο για τα άτομα με οστεοπενία ή οστεοπόρωση. Παλιότερα, η συνήθης πρακτική αφορούσε τη χορήγηση μόνο ασβεστίου. Στη συνέχεια όμως ανακαλύφθηκε ότι οι κάψουλες ασβεστίου ήταν σχεδόν άχρηστες, χωρίς την παρουσία της βιταμίνης D. Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου από το έντερο. Στην πραγματικότητα, ακόμα και αν λαμβάνουμε επαρκές ασβέστιο από τη διατροφή, χωρίς αρκετή ποσότητα βιταμίνης D, το σώμα δεν θα το απορροφήσει σωστά.
Βιταμίνη D
Η βιταμίνη D στην πραγματικότητα κατατάσσεται στις ορμόνες. Μάλιστα, είναι μια ορμόνη που αλληλεπιδρά με περίπου το 10% του ανθρωπίνου γονιδιώματος και μεταξύ άλλων δίνει εντολή απορρόφησης του ασβεστίου από το σώμα. Επομένως, είναι βασική για την ανάπτυξη γερού και υγιούς σκελετού. Έπαιξε βασικότατο ρόλο στην εξέλιξη της ζωής στον πλανήτη, αφού μέσω του δικού της μηχανισμού λειτουργίας, τα σπονδυλωτά που βγήκαν από τη θάλασσα κατάφεραν να φτιάξουν γερούς σκελετούς για να κυριαρχήσουν στην ξηρά. Πώς φτιάχνουν βιταμίνη D τα ζώα και οι άνθρωποι; Παράγεται στο δέρμα τους, όταν αυτό εκτίθεται στις υπεριώδεις ακτίνες UVB του Ηλίου.
Η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση του ισοζυγίου ασβεστίου και φωσφόρου. Στην περίπτωση της ανεπάρκειάς της παρατηρείται απορρόφηση μόνο 10–15% του διαιτητικού ασβεστίου και περίπου 60% του φωσφόρου. Για το λόγο αυτό, η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και διατήρηση της οστικής πυκνότητας. Συχνά θεωρείται πως η οστεοπόρωση συνδέεται με ανεπαρκή πρόσληψη ασβεστίου, αλλά στην πραγματικότητα η ανεπάρκεια βιταμίνης D ( λόγω της οποίας μειώνεται η απορρόφηση του ασβεστίου) συμβάλλει καθοριστικά στην εμφάνισή της (Heaney 2003). Αντίθετα, η επάρκεια σε βιταμίνη D συμβάλει στην μέγιστη απορρόφηση του ασβεστίου και επομένως στην καλή υγεία των οστών. Επαρκή επίπεδα της βιταμίνης D διατηρούν την αντοχή των οστών και μπορεί να βοηθήσουν στην πρόληψη της οστεοπόρωσης σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, σε μη κινητικά άτομα που παρουσιάζουν δυσκολία στην άσκηση, σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και σε άτομα που υποβάλλονται σε χρόνια θεραπεία με κορτικοστεροειδή (LeBoff et al. 1999).
Τα άτομα που δεν έχουν αρκετή βιταμίνη D μπορεί να:
- Έχουν αδύναμα ή μαλακά οστά, τα οποία μπορεί να σπάσουν εύκολα ή να μεταβάλουν το σχήμα τους.
- Έχουν αδυναμία των μυών, γεγονός που τα καθιστά πιο επιρρεπή σε πτώσεις.Η βιταμίνη D αποτελείται από δύο υποσύνολα βιταμινών την D2 (εργοκαλσιφερόλη) και την D3 (χοληκαλσιφερόλη). Η δεύτερη αποτελεί την πλέον σημαντική μορφή της βιταμίνης D.
Το Μαγνήσιο
Το μαγνήσιο χρησιμοποιείται από τα ένζυμα που μεταβολίζουν την D3 (χοληκαλσιφερόλη) στην ενεργή μορφή της μέσα στον οργανισμό, την καλσιτριόλη [1,25(OH)2D]. Αυτό σημαίνει ότι όσο περισσότερη D3 λαμβάνουμε, τόσο περισσότερο μαγνήσιο χρειαζόμαστε για τον μεταβολισμό της. Άρα, υψηλές δόσεις D3 πιθανόν να εξαντλούν τα αποθέματά μας σε μαγνήσιο (ειδικά εάν η διατροφή δεν είναι ιδιαίτερα πλούσια σε τροφές που το περιέχουν), με αποτέλεσμα να εμφανίζονται τα αντίστοιχα οστεοπορωτικά συμπτώματα.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ένα ιδανικό συμπλήρωμα διατροφής θα πρέπει να περιέχει σε κάθε περίπτωση ασβέστιο και βιταμίνη D. Ναι, αλλά πώς αξιοποιείται το ασβέστιο από το σώμα μετά την εντερική του απορρόφηση, την οποία διεκπεραιώνει η βιταμίνη D; Το ρόλο αυτό τον αναλαμβάνει το μαγνήσιο. Χωρίς αρκετό μαγνήσιο, κάθε επιπρόσθετο ασβέστιο που καταναλώνουμε θα τοποθετείται όχι στα οστά, αλλά κάπου αλλού, ίσως στα τοιχώματα των αρτηριών. Επομένως, το πλέον ιδανικό συμπλήρωμα διατροφής θα πρέπει να περιέχει σε ασβέστιο, βιταμίνη D και μαγνήσιο.
Αλλά και Βιταμίνη Κ2…
Η Βιταμίνη Κ2 (ως μενατετρανόνη ή μενακινόνη-7) προσομοιάζεται ως ο τροχονόμος του ασβεστίου. Έρευνες δείχνουν ενεργοποιεί μια πρωτεϊνική ορμόνη που ονομάζεται οστεοκαλσίνη, η οποία παράγεται από τους οστεοβλάστες. Με τη σειρά της η οστεοκαλσίνη δεσμεύσει το ασβέστιο εντός των οστών, αποτρέποντας την εναπόθεσή του στις αρτηρίες. Άρα, η Κ2 μας προστατεύει από την παραπανίσια ποσότητα ασβεστίου που λαμβάνουμε αυξάνοντας τη λήψη D3, καθώς συλλέγει το ασβέστιο από εκεί όπου δεν θα έπρεπε να βρίσκεται και το δεσμεύει μέσα στο οστά, εκεί δηλαδή όπου χρειάζεται.
Δημήτρης Γρηγοράκης Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος,PhD, Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ & Πρόεδρος Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας