Οι άνθρωποι που έχουν υποστεί έμφραγμα, μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο θανάτου αν βάλουν στην καθημερινότητά τους την άσκηση.
Επιστήμονες από τη Σουηδία παρακολούθησαν 22.227 ασθενείς, οι οποίοι είχαν υποστεί έμφραγμα μυοκαρδίου την περίοδο 2005-2013.
Τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας είχαν καταγραφεί 6-10 εβδομάδες και 12 μήνες μετά το έμφραγμα. Η διαφορά στις απαντήσεις που είχαν δώσει οι συμμετέχοντες θεωρήθηκε ότι συνδέονταν με αλλαγές στη σωματική δραστηριότητα το 12μηνο μετά το έμφραγμα.
Τόσο πριν όσο και μετά το έμφραγμα οι ασθενείς είχαν αναφέρει πόσες φορές γυμνάζονταν για 30 λεπτά ή και περισσότερο και κατηγοριοποιήθηκαν ως αδρανείς, μειωμένης δραστηριότητας, αυξημένης δραστηριότητας και διαρκώς ενεργοί.
Συνολικά, 1.087 ασθενείς πέθαναν κατά τη διάρκεια των 4,2 ετών της μελέτης.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τη σχέση μεταξύ των τεσσάρων κατηγοριών φυσικής δραστηριότητας και θανάτου, λαμβάνοντας υπόψιν την ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα και άλλους παράγοντες.
Συγκριτικά με ασθενείς που ήταν διαρκώς αδρανείς, ο κίνδυνος θανάτου ήταν 37%, 51% και 59% χαμηλότερος στις κατηγορίες μειωμένης δραστηριότητας, αυξημένης δραστηριότητας και διαρκούς δραστηριότητας, αντίστοιχα.
“Η μελέτη δείχνει ότι οι ασθενείς μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο θανάτου με το να ενεργοποιηθούν σωματικά μετά από ένα έμφραγμα. Η γυμναστική δύο ή και περισσότερες φορές την εβδομάδα θα πρέπει να συστήνεται σε ασθενείς που έχουν επιβιώσει εμφράγματος, κατά τη λογική που συστήνεται η διακοπή του καπνίσματος, η βελτίωση της διατροφής και η μείωση του στρες», σχολιάζει ο επίκουρος καθηγητής Ορζαν Εκμπλομ, συγγραφέας της μελέτης.
Το αποτέλεσμα αφορά, όπως είπε, όλους τους ασθενείς που έχουν υποστεί έμφραγμα, είτε είναι καπνιστές, είτε όχι, με εκτεταμένο ή μικρού εύρους έμφραγμα μυοκαρδίου.
Η έρευνα θα συνεχιστεί προκειμένου να διευκρινιστεί ποια μορφή άθλησης είναι καλύτερη και αν το περπάτημα επαρκεί ή πρέπει κάποιος να γυμναστεί πιο έντονα για να αποκομίσει όφελος.
Η μελέτη έγινε από επιστήμονες της Σουηδικής Σχολής Επιστημών Άθλησης και Υγείας σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ και παρουσιάστηκε στο συνέδριο EuroPrevent 2018 της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας στη Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας.