Το στρες δεν έχει αντίκτυπο μόνο στην ψυχολογία, αλλά και στο πεπτικό σύστημα.
Νέα μελέτη επιστημόνων του Πανεπιστημίου Brigham Young στις ΗΠΑ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το στρες μπορεί να αποδειχθεί για τον οργανισμό εξίσου βλαβερό με το junk food.
Η ερευνήτρια Λάουρα Μπριτζγουότερ και οι συνεργάτες της μελέτησαν μια μεγάλη ομάδα ποντικιών ηλικίας οκτώ εβδομάδων. Τα μισά αρσενικά και τα μισά θηλυκά ακολούθησαν διατροφή με πολλά λιπαρά, ενώ μετά από 16 εβδομάδες, όλα τα πειραματόζωα εκτέθηκαν σε ήπιο στρες για 18 ημέρες.
Στην συνέχεια οι επιστήμονες πήραν μικροβιακό DNA από τα κόπρανα των τρωκτικών, πριν και μετά την έκθεση στο στρες για να δουν πως επηρεαζόταν το εντερικό μικροβίωμα. Μέτρησαν επίσης την αγωνία που βίωναν τα ποντίκια βάσει του πόσο και που “ταξίδευαν» σε μια ανοιχτή περιοχή.
Οι ειδικοί παρατήρησαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων: τα αρσενικά ποντίκια που είχαν κάνει διατροφή με πολλά λιπαρά εμφάνισαν περισσότερη αγωνία από τα θηλυκά που είχαν κάνει την ίδια διατροφή, ενώ τα αρσενικά που είχαν καταναλώσει πολλά λιπαρά εμφάνιζαν μειωμένη δραστηριότητα ως απόκριση στο στρες.
Όμως, μόνο στα θηλυκά ποντίκια το στρες προκάλεσε αλλαγή στη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος ώστε να μοιάζει με αυτό των πειραματόζωων που είχαν κάνει διατροφή με πολλά λιπαρά.
Αν και η μελέτη έγινε σε πειραματόζωα, οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα αποτελέσματα αφορούν και τους ανθρώπους.
“Οι γυναίκες τείνουν να έχουν υψηλότερα επίπεδα αγωνίας και κατάθλιψης, τα οποία σχετίζονται με το στρες. Η μελέτη δείχνει ότι μια πιθανή αιτία της διαφοράς μεταξύ των δύο φύλων μπορεί να είναι η διαφορά στον τρόπο αντίδρασης του εντερικού μικροβιώματος αρσενικών και θηλυκών ποντικιών», εξηγεί η Δρ Μπριτζγουότερ.
“Το στρες μπορεί να είναι επιβλαβές με πολλούς τρόπους, αλλά η συγκεκριμένη μελέτη είναι καινοτόμος ως προς το ότι συνδέει το στρες με συγκεκριμένες αλλαγές στο εντερικό μικροβίωμα. Μερικές φορές θεωρούμε το στρες ως κατ’ εξοχήν ψυχολογικό φαινόμενο αλλά προκαλεί διακριτές σωματικές αλλαγές», σχολιάζει η Δρ Μπριτζγουότερ.
Η μελέτη δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Scientific Reports.