Οι γιατροί παραδοσιακά συνιστούν να διατηρούμε χαμηλά τα επίπεδα της “κακής» LDL χοληστερόλης και υψηλά τα επίπεδα της “καλής» HDL χοληστερόλης ώστε να αποφύγουμε σοβαρές καρδιαγγειακές επιπλοκές όπως το έμφραγμα και το εγκεφαλικό.
Κι αυτό γιατί η LDL είναι ο τύπος της χοληστερόλης που προκαλεί την απόφραξη των αρτηριών, ενώ η HDL συμβάλλει στην απομάκρυνση των μορίων της LDL από τον οργανισμό.
Η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, η τακτική σωματική άσκηση, η αποχή από την κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλ και φυσικά μια σωστή και “φιλική» προς την καρδιά διατροφή είναι μερικές στρατηγικές για να διατηρηθούν τα επίπεδα της χοληστερόλης στα επιθυμητά επίπεδα.
Όσον αφορά τη διατροφή συγκεκριμένα, μια νέα έρευνα που εκπονήθηκε από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας υπέδειξε ότι η κατανάλωση των σωστών λιπαρών μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της HDL αλλά και στη μείωση της LDL χοληστερόλης, περιορίζοντας έτσι τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Η σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Molecular Nutrition & Food Research αναφέρει πως η κατανάλωση λιπαρών ψαριών, όπως ο σολομός, το τόνος, η πέστροφα, το σκουμπρί και η ρέγγα, αυξάνει το μέγεθος και τη δομή των μορίων της HDL, ενώ το έλαιο καμελίνας (ψευδολινάρι) ρίχνει τα επίπεδα των σωματιδίων IDL, τα οποία αποτελούν πρόδρομο της LDL.
Στόχος των επιστημόνων από τη Φινλανδία ήταν να εξετάσουν την επίδραση των διαφόρων λιπαρών στο μέγεθος και στη δομή των λιποπρωτεϊνών HDL και IDL. Ο ρόλος καθεμιάς από τις δύο λιποπρωτεΐνες στην υγεία της καρδιάς δεν εξαρτάται μόνο από τα συνολικά επίπεδά τους στον οργανισμό αλλά και από το μέγεθος και τη δομή τους. Σύμφωνα με παλαιότερες έρευνες, τα μεγάλου μεγέθους μόρια HDL συνδέονται με μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακών νοσημάτων, ενώ αντίθετα το μικρό τους μέγεθος συνεπάγεται αυξημένους κινδύνους για την καρδιά.
Η παρέμβαση που σχεδίασαν οι επιστήμονες αφορούσε 79 άντρες και γυναίκες ηλικίας 40 έως 72 ετών. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία σε τέσσερις ομάδες και για διάστημα 12 εβδομάδων η μία λάμβανε έλαιο καμελίνας (30 ml καθημερινά), η δεύτερη ψάρι με λίγα λιπαρά (τέσσερις φορές την εβδομάδα), η τρίτη ψάρι πλούσιο σε λιπαρά (τέσσερις φορές την εβδομάδα) και η τελευταία (ομάδα ελέγχου) δεν έλαβε ειδικές διατροφικές συστάσεις.
Μετά το πέρας των 12 εβδομάδων, η ομάδα του λιπαρού ψαριού –αλλά όχι του ψαριού με λίγα λιπαρά– παρουσίασε αύξηση στο μέγεθος και τη δομή των μορίων HDL, ενώ στην ομάδα του ελαίου καμελίνας παρατηρήθηκε μείωση στα επίπεδα των βλαβερών σωματιδίων IDL.
Οι δύο αυτές αλλαγές εκτιμάται ότι ενισχύουν την καρδιαγγειακή προστασία και μειώνουν τον κίνδυνο επιπλοκών, σύμφωνα με τους επιστήμονες.
Η θετική επίδραση του λιπαρού ψαριού στην HDL χοληστερόλη οφείλεται στα Ω-3 λιπαρά που παρέχουν τα ψάρια, ενώ το έλαιο καμελίνας είναι πλούσιο σε άλφα λινολενικό οξύ, το οποίο επίσης ανήκει στα Ω-3 λιπαρά οξέα.